Δ. Καπράνος: Στουρνάρη και Μπόταση γωνία, Νοέμβριος…

Κάλυψα όλα τα γεγονότα του Πολυτεχνείου ως ρεπόρτερ. Είχα την ταυτότητα δημοσιογράφου της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, καθώς εργαζόμουν σε αθλητική εφημερίδα και την είχα κρεμάσει με μια αλυσιδίτσα στον λαιμό μου.

Από τους φίλους, είχα μάθει και ποιοί από την γειτονιά μας ήταν “μέσα”.
Ο Στέλιος Λογοθέτης, γείτονας και φίλος, ήταν από τους πρωτεργάτες. Ούτε θυμάμαι πόσα λεφτά χάλασα για να αγοράζω τσιγάρα και σοκολάτες και να τα δίνω σε χέρια, που απλώνονταν σαν λουλούδια μέσα απ’ τα κάγκελα.
Όσο κι αν συμφωνήσω με τον Κώστα Λαλιώτη ότι “ο μύθος ξεπέρασε την πραγματικότητα”, μπορώ να πω ότι και η πραγματικότητα-στα μάτια όσων την έζησαν- ξεπερνούσε τον μύθο.
Ωστόσο, θα σταθώ σε ένα κείμενο του φίλου (και συντρόφου στον Εθνικό Πειραιώς) συγγραφέα Πέτρου Κυρίμη.
“ Έξι Νοεμβρίου 1973… Γωνία Μπόταση και Στουρνάρη, απέναντι ο τοίχος του Πολυτεχνείου. Απόγευμα, όρθιος στο μικρό μπαλκόνι του δεύτερου ορόφου που έχω το στούντιο φωτογραφίας. Από την πλευρά της Μπόταση , παρακολουθώ την κίνηση κάτω…
Η χθεσινή μέρα είχε κυλήσει σχετικά ήσυχα, είχα μπει δυο φορές μέσα, είχα δει μερικούς φίλους, τράβηξα πολλές φωτογραφίες.
Κοιτάζω κάτω, οι αστυνομικοί έχουν πληθύνει και ανάμεσα τους πολλοί με πολιτικά.
Ακριβώς στη γωνία ένα λεωφορείο σταματημένο με τα τζάμια σπασμένα και σκορπισμένα στην άσφαλτο. Μάλλον το άφησαν εκεί για να κόψουν τη διέλευση. Κάτι θα γίνει σήμερα, υπάρχει στον αέρα…
Στη γωνία Σολωμού και Μπόταση ένα μικρό κόκκινο Μίνι Κούπερ σταματάει και δυο τύποι με πολιτικά βγαίνουν και χτυπούν άγρια, χωρίς λόγο, ένα νεαρό ζευγάρι…
Μια γυναίκα από την απέναντι πολυκατοικία φωνάζει δυνατά «αλήτες δολοφόνοι» και κλείνει το παράθυρο.
Οι εκκλήσεις από το μεγάφωνο της ταράτσας συνεχίζουν πιο απελπιστικές και σαν κάπως πιο τρομαγμένες ανάμεσα στο «είμαστε δυο, είμαστε τρεις… είμαστε χίλιοι δεκατρείς».
Οι φοιτητές και ο άλλος κόσμος πυκνώνουν. Η πόρτα του Πολυτεχνείου κλείνει, ειδοποιούν τα μεγάφωνα.
Το φως της μέρας φεύγει βιαστικά λες και ντρέπεται να δει αυτά που θα συμβούν. Το σκοτάδι της νύχτας σε λίγο θα σκεπάσει συνωμοτικά τους συνωμότες. Πρέπει να βρω το θάρρος να κατέβω σκέφτομαι.
Καθώς κλείνω τα παντζούρια στ αυτιά μου ξανά η απελπισμένη φωνή… “Εδώ Πολυτεχνείο… εδώ Πολυτεχνείο”…
Από ένα ημερολόγιο που θέλησα να κρατήσω εκείνη τη μέρα μα που δεν μπόρεσα να συνεχίσω γιατί στις 18 Νοεμβρίου στις δέκα το πρωί μπήκαν στο εργαστήριο δυο Εσατζήδες με έναν υπολοχαγό και έσπασαν ότι έβρισκαν μπροστά τους, άνοιξαν τις μηχανές και κατέστρεψαν τα φιλμ.
Οι θυρωροί ολόγυρα είχαν κρατήσει κι αυτοί το δικό τους ημερολόγιο…
Σχεδόν πενήντα χρόνια περάσανε. Ήμουνα νιος και γέρασα. “ Εδώ Πολυτεχνείο… εδώ Πολυτεχνείο”.
Την τρίτη νύχτα καθώς τρέχαμε τρομοκρατημένοι στα στενά των Εξαρχείων (εγώ πρόλαβα και τρύπωσα Μπαλτατζή και Στουρνάρα γωνία που είχα το στούντιο) πολλοί πήραν ανάποδα την Αραχώβης και την Βαλτετσίου και λόγω κεκτημένης ταχύτητας πέρασαν Κολωνάκι κατέβηκαν λίγο πιο κάτω και τρύπωσαν στη Βουλή.
Μέχρι σήμερα μέσα είναι. Μερικοί είχαν πάρει πιο μεγάλη φόρα κι έφτασαν μέχρι το Ευρωκοινοβούλιο…
”Εδώ Πολυτεχνείο… εδώ Πολυτεχνείο”…
Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα, λουλούδι και εξωτερικοί χώροι