Η μαγεία της πολιτικής είναι να πείθεις ότι έχεις διαφορετικό σχέδιο για την χώρα
Παύλος Γερουλάνος – ΒΗΜΑ Talks: «Το κόμμα πρέπει να μπει σε άλλη ταχύτητα»
Σας έχει μείνει πίκρα απ’ τις εσωκομματικές του 2024;
Εκείνη την ώρα απλά περίμενα, νομίζω, με μια διάθεση ότι ό,τι έρθει για καλό είναι. Αυτό που θυμάμαι περισσότερο είναι, αφότου πήγα στο γραφείο κι έκανα τις δηλώσεις, τη βραδιά με τους συνεργάτες. Όπου όλοι πια χαλαρώνουν μετά από μια δύσκολη περίοδο, στραγγίζουν τα δάκρυα που έρχονται μαζί με μια ήττα και αρχίζει λίγο και ξαναμπαίνει η ζωή στην καθημερινότητά της. Μια δημιουργική ώρα γεμάτη συναισθήματα.
Αναμφίβολα, μια εκλογική αναμέτρηση θα φέρει κάποια αποτελέσματα, ακόμα και αν δεν είναι το αποτέλεσμα αυτό που θες. Σε γνωρίζει ο κόσμος, βλέπει τι έχεις να πεις, αναρωτιέται πως θα ήταν αν είχες κερδίσει εσύ. Όλο αυτό ήταν ένα μεγάλο δώρο και δεν το υποεκτιμώ καθόλου. Καμιά φορά κι εγώ κοιτάζω να δω τι ήταν αυτά που κάναμε σωστά ή λάθος και φέραμε αυτό το αποτέλεσμα, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε καλύτερα. Αλλά στο τέλος της ημέρας αυτό είναι μία εμπειρία απ’ το παρελθόν. Μένει εκεί, διδάσκει και θα διδάσκει για καιρό ακόμα.
Αναμφίβολα είναι καλύτερο συναίσθημα απ’ το αντίθετο, όπου μια εκλογική αναμέτρηση μπορεί να βγάλει τον χειρότερο εαυτό σου κι ο κόσμος να μείνει πικραμένος απ’ την στήριξη που σου ’δωσε. Εγώ χαίρομαι ότι όσοι με στήριξαν νιώθουν ακόμα περήφανοι που με στήριξαν. Αυτό για μένα μετράει στην πολιτική.
Σήμερα στο κόμμα μιλάτε ελεύθερα;
Πάντα πίστευα κι αυτό έχει συμβεί μ’ όλους τους προέδρους του Πα.Σο.Κ. πως ό,τι έχεις να πεις το λες πρώτα σε προσωπικό επίπεδο, μετά στα όργανα και στο τέλος δημόσια. Γιατί όταν λες ότι εγώ θεωρώ ότι αυτό δεν πάει καλά, το λες γιατί θες να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Αν αυτό στη δημόσια σφαίρα γίνει προϊόν διάλυσης του κόμματος, αντί να κάνεις τα πράγματα καλύτερα, τα κάνεις χειρότερα. Οπότε η κριτική μου ξεκινάει πάντα εσωτερικά.
Υπήρχαν φορές στο παρελθόν που την δημοσιοποίησα, όπως όταν έγινε η κίνηση ν’ αλλάξουν τα σύμβολα του Πα.Σο.Κ.. Πίστευα ότι κάναμε ένα ολέθριο λάθος. Αναγκάστηκα να το πω και δημόσια. Η πραγματικότητα είναι όμως ότι πρώτα συζητάς και βλέπεις αν το κόμμα ανταποκρίνεται. Αν δεν ανταποκριθεί, σ’ έχει νομιμοποιήσει να μιλήσεις δημόσια.
Δύο χρόνια μετά τις εκλογές, τα ποσοστά του Πα.Σο.Κ., δημοσκοπικά, παραμένουν στάσιμα, γύρω στο 12%…
Καταρχήν θα ’θελα να βάλω το θέμα σε μια διάσταση κι αυτό που λέω για τη Νέα Δημοκρατία ισχύει και για μας. Αν υπολογίσει κανείς ότι ψηφίζουν οι μισές Ελληνίδες και οι μισοί Έλληνες, τα ποσοστά που βλέπουμε σε μια δημοσκόπηση πρέπει να τα διαιρέσουμε δια δύο. Αυτό σημαίνει ότι στην καλύτερη περίπτωση για εκείνη, η Ν.Δ. έχει ήδη 85% των πολιτών εναντίον -που είναι σε διαρκή αναμονή, βλέπουν, κρίνουν.
Άρα εμείς πρέπει να πείσουμε. Δουλειά μας είναι να βγούμε έξω, να μιλήσουμε για το πρόγραμμά μας, για τα πράγματα που βλέπουμε διαφορετικά. Και σ’ αυτή την περίοδο αναμονής, που δεν είναι προεκλογική, να’ χουμε την υπομονή, να επιμείνουμε στο μήνυμά μας, να κυνηγήσουμε αυτό που πιστεύουμε σωστό και να το πράξουμε. Υπάρχουν πράγματα που μπορούμε να κάνουμε καλύτερα, χωρίς αμφιβολία. Τα ’χω επισημάνει -κάποια απ’ αυτά και δημόσια. Θεωρώ ότι και επικοινωνιακά μπορούμε να χτίσουμε περισσότερο τις θέσεις μας και ότι θα ’θελα να δω τα όργανα του κόμματος να λειτουργούν συχνότερα.
Ο κόσμος θα κρίνει. Κι αν κρίνει ότι είναι ώρα να φύγει η ΝΔ σας διαβεβαιώ ότι θα δούμε μια γρήγορη αλλαγή, όπως το 2008. Την άνοιξη του 2008, το Πα.Σο.Κ. και ο ΣΥΡΙΖΑ με τον νεοεκλεγέντα τότε αρχηγό Αλέξη Τσίπρα, είχε έρθει κοντά στα δικά μας ποσοστά και 18 μήνες μετά, το Πα.Σο.Κ. (σ.σ. εκλογές 2009) πήρε τη μεγαλύτερη νίκη που έχει πάρει απ’ το 1981.
Άρα αυτό το πράγμα, όταν γυρνάει, γυρνάει απότομα. Και αν ήμουν ο κύριος Μητσοτάκης δεν θα κοίταζα αυτό το 30% με σιγουριά. Γιατί τα πράγματα μπορεί να γυρίσουν και να βρεθεί όχι μόνο χαμηλά αλλά και απαξιωμένος απ’ τις αποτυχίες στην οικονομία -του νοικοκυριού και της μικρομεσαίας επιχείρησης, στους θεσμούς και βεβαίως στα εξωτερικά θέματα.
Αν ήσασταν στη θέση του Νίκου Ανδρουλάκη τι θα κάνατε;
Μερικά πράγματα που μπορούμε ν’ αλλάξουμε, πρέπει να τ’ αλλάξουμε άμεσα. Θα επέμενα στην πολιτική του να βγαίνουμε έξω, όπως κάνουμε με τις περιφερειακές-θεματικές συνδιασκέψεις, να ολοκληρώσουμε ένα πρόγραμμα που αφορά στα σημερινά προβλήματα του πολίτη και να το μάθει κάθε νοικοκυριό. Αυτή τη δουλειά έχουμε μπροστά μας. Πρέπει να κινητοποιήσουμε κάθε δύναμη που έχουμε στη διάθεσή μας προς αυτή την κατεύθυνση και για να γίνει αυτό πρέπει το κόμμα να μπει σε άλλη ταχύτητα. Στο τελευταίο συντονιστικό μιλήσαμε για την σημασία του να πατήσουμε όλα τα κουμπιά προετοιμασίας τον Ιούλιο ώστε από Σεπτέμβριο να μπορούμε να κινηθούμε με μεγαλύτερη ταχύτητα.
Είναι ζήτημα επικοινωνιακό ή προσώπων;
Η επικοινωνία, πέρα από απαραίτητο εργαλείο στην πολιτική, είναι και λίγο πατερίτσα της, υπό την έννοια ότι εάν χρησιμοποιείς την επικοινωνία για να πληρώσεις το πολιτικό σου κενό, τότε κάτι κάνεις λάθος, γιατί βάζεις την επικοινωνία μπροστά απ’τις αποφάσεις σου. Οι πολιτικές θέσεις και αποφάσεις είναι πιο σημαντικές απ’ τα πρόσωπα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν ήρθε απ’ το πουθενά. Δούλεψε σκληρά για να παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που θα μπορούσε να φέρει μια αλλαγή στον τόπο. Από εκεί και πέρα ήταν και μία προσωπικότητα που μπορούσε αυτό να το επικοινωνήσει.
Ένας απ’ τους λόγους που η παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στα πράγματα ήταν σχετικά εφήμερη, είναι ότι ποτέ δεν έγινε δουλειά βάθους. Το «θα σκίσω τα μνημόνια» είναι ένα καλό σύνθημα. Δεν μπορείς να είσαι πολιτικός βεληνεκούς και να μην έχεις έστω βασικές αρχές για το που θες να πας τη χώρα, ένα όραμα. Αυτή είναι η πρόκληση. Οχι να διαχειριστούμε την ημέρα, αλλά με την πολιτική σου να πείσεις ότι μαζί σου η Ελλάδα θα’ναι καλύτερη όταν θα φύγεις.
Παρόλα αυτά η ΝΔ πείθει…
Πείθει δια της διαχείρισης. Κατεβάζει την πολιτική στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και κερδίζει λόγω του ότι πείθει πως μόνο εκείνη μπορεί να διαχειριστεί τα πράγματα καλύτερα. Έχουμε φτάσει στο σημείο να μην αναρωτιόμαστε εάν η πορεία είναι η σωστή -την δεχόμαστε ως δεδομένη. Δική μας δουλειά είναι να πείσουμε ότι δεν είναι δεδομένη, ότι μπορείς να την αλλάξεις. Οσο κι αν δεν συμφωνώ μαζί του σε κανένα επίπεδο, ο Τραμπ έπεισε τους Αμερικανούς ότι τα πράγματα μπορεί ν’ αλλάξουν. Θα δούμε τι θα κάνει.
Εμείς, απ’ τα μνημόνια και πέρα, συζητάμε για το ποιος μπορεί να διαχειριστεί τα πράγματα. Νομίζω ότι ο κόσμος έχει πια μπουχτίσει. Αυτό που βλέπει μοιάζει μονόδρομος και αδιέξοδο. Αλλά μονόδρομος και αδιέξοδο μαζί στην πολιτική δεν υπάρχει.
Αναφέρεστε στο «ΝΔ ή ακυβερνησία»;
Ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής όλων των πολιτικών που δεν έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν όραμα είναι ο φόβος. Τον επικαλούνται για να πουν ότι εάν εγώ ήμουν στα πράγματα, θα μπορούσα να σου λύσω τα προβλήματα. Επιμένουν στα προβλήματα για να κερδίσουν πολιτικούς πόντους. Δεν είναι αυτή η μαγεία της πολιτικής. Η μαγεία της είναι να πείθεις ότι έχεις ένα διαφορετικό σχέδιο, που μπορεί να πάει τη χώρα σου μπροστά. Γι’ αυτό έχω γράψει -πολύ πριν απ’ τις εσωκομματικές εκλογές, την «Αναγέννηση», δύο κείμενα με τα οποία ουσιαστικά προσπαθώ να δείξω ότι η πορεία που διανύουμε δεν είναι μονόδρομος -υπάρχουν άλλοι τρόποι με τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να πάει καλύτερα.
Αυτή η ιδέα ξεκίνησε από κάτι απλό: Γιατί μια χώρα με τόσο αμύθητο πλούτο πτωχεύει ξανά και ξανά. Και η απάντηση είναι ότι ο τρόπος που έχουμε δομήσει τη διοίκηση της Ελλάδας είναι βαθιά προβληματικός απ’ την αρχή. Μιλάμε πάντα για ολιγαρχίες που λυμαίνονται την εξουσία. Άρα ανταλλάσσονται τα κόμματα και αργά ή γρήγορα ακόμα και τα κόμματα που έχουν τις καλύτερες διαθέσεις μπλέκουν σ’ αυτή την αντίληψη της εξουσίας.
Κανείς δεν ξεφεύγει, διότι η εξουσία στην Ελλάδα είναι ανέλεγκτη. Οι ώριμες δημοκρατίες βρίσκουν άλλους τρόπους ελέγχου της εξουσίας. Ένας απ’ τους λόγους που λίγοι πρωθυπουργοί επιβιώνουν μια δεύτερη τετραετία είναι διότι υπάρχει τόσο κούραση στο σύστημα που παίρνεις την εύκολη οδό, δεν ακούς την κριτική, σβήνεις τις άλλες φωνές, λες «εγώ τα κάνω καλά». Το επιχείρημα της ΝΔ ήταν πολύ χαρακτηριστικό -«έχουμε 30%, γιατί να σας ακούσουμε». Εκεί αρχίζουν τα προβλήματα. Διότι απ’ την ώρα που δεν ακούς και δεν κοιτάς να προοδεύσεις, αργά ή γρήγορα ο κόσμος απλώς θα σου πει «όποιος άλλος εκτός από σένα».
Αυτό όμως δεν έχει φανεί…
Η κεντροαριστερά έχει μία εσωτερική παθογένεια. Αμφισβητεί συνέχεια τον εαυτό της και για μένα αυτό είναι ίσως το πιο ωραίο στοιχείο της. Ψάχνει να βρει πως μπορεί να γίνει καλύτερη. Η δεξιά συνήθως δουλεύει με δυνατές δομές, απόλυτες ιεραρχίες. Στην κεντροαριστερά πρέπει πάντα να πείσεις ότι αυτό που πρεσβεύεις, είναι αυτό που χρειάζεται ο χώρος. Άρα είσαι σε μία συνεχή δυναμική κατάσταση και η «φυσική» κατάσταση στην κεντροαριστερά είναι κατακερματισμένη. Κι εδώ πρέπει να δει κανείς τι γίνεται όποτε ενώνονται οι δυνάμεις της κοινωνίας για να φέρουν μια ανατροπή. Εκεί, κατά κύριο λόγο, είναι το όραμα, η επικαιροποίηση του οράματος στη σημερινή εποχή, το να πείσεις ότι έχεις τους ανθρώπους με τους οποίους αυτό το όραμα μπορείς να το κάνεις πράξη. Αυτά τα τρία όταν λειτουργούν μαζί υπάρχει μια συσπείρωση. Το να συσπειρωθούμε ευκαιριακά στο «Άντε να φύγει ο Μητσοτάκης» δεν είναι ποτέ η λύση.
Πιστεύετε στην αυτονομία του Πα.Σο.Κ. στις εκλογές…
Εμείς μιλάμε για διεύρυνση της βάσης απ’ την Αριστερά και το κέντρο ως τους απογοητευμένους προοδευτικούς ψηφοφόρους. Υπάρχουν άφθονοι -85% του ελληνικού λαού ψάχνεται. Μέσα σ’ αυτούς, το μεγαλύτερο προοδευτικό κόμμα, είναι άνθρωποι που βρίσκονται σε αναμονή, σπίτι τους, δεν πάνε καν να ψηφίσουν. Δουλειά μας είναι να βγούμε προς τα έξω, να τους εξηγήσουμε τι είναι αυτό που θέλουμε να κάνουμε και να τους κερδίσουμε.
Λέγατε, «ο Γερουλάνος θα κέρδιζε τον Μητσοτάκη»…
Δεν το είχα πει ακριβώς έτσι. Είχα πει ότι ένας πρόεδρος ξεκινάει μια διαδρομή όπου και εκείνος και το κόμμα προετοιμάζονται για να κερδίσουν τη μάχη. Απ’τις δημοσκοπήσεις φαινόταν ότι θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια δυναμική. Από κει και πέρα στο χέρι σου είναι αν θα την αξιοποιήσεις ή θα την αφήσεις να φύγει.
Ποια στοιχεία σας θα δυσκόλευαν τον πρωθυπουργό;
Νομίζω η εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Φτάνει να ’σαι έτοιμος να δεις και τη δική σου εξουσία διαφορετικά. Καμιά φορά λέω ότι αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι ανθρώπους που θα διεκδικήσουν την εξουσία για να την μοιράσουν και όχι για να την αξιοποιήσουν. Διότι πιστεύω ότι με διαφάνεια και λογοδοσία, το να περάσει η εξουσία στον άλλον βοηθάει να ελεγχθεί η δική σου καλύτερα. Όταν λοιπόν θες να φύγεις από ένα υπερ-συγκεντρωτικό κράτος, κι αυτή τη στιγμή έχει μαζευτεί όλη η εξουσία στο Μαξίμου, σ’ ένα κράτος όπου η οποιαδήποτε εξουσία ελέγχεται, συμπεριλαμβανομένου και του πρωθυπουργού και των θεσμών, θα πρέπει να κάνεις τομές που θ’ αλλάξουν τον τρόπο διοίκησης της χώρας.
Μπορώ να πω με σιγουριά ότι αν κάνεις αυτές τις τομές θα απελευθερώσεις απίστευτες δυνάμεις που σήμερα είναι εγκλωβισμένες σ’ έναν πεπαλαιωμένο τρόπο σκέψης. Ο Έλληνας δεν έχει να ζηλέψει απολύτως τίποτα. Η χώρα είναι προικισμένη. Το μόνο λοιπόν που μένει είναι να μην υπάρχουν πια στην Ελλάδα εξουσίες χωρίς έλεγχο.
Αυτό που το Πα.Σο.Κ. θα μπορούσε να έχει κάνει καλύτερα στο παρελθόν είναι ότι ενώ κάναμε μια αρκετά γενναία αναδιανομή πλούτου, σε μια εποχή που η χώρα το χρειαζόταν, δεν κάναμε την παράλληλη αναδιανομή εξουσίας. Με αποτέλεσμα ο πλούτος να ξαναγυρίσει στα χέρια των λίγων. Πιστεύω ότι εφόσον μας εμπιστευτεί ο κόσμος, η αναδιανομή της εξουσίας εκ των πραγμάτων θα μοιράσει και τον πλούτο πιο δίκαια, διότι θ’ απελευθερωθούν πολλές δημιουργικές δυνάμεις, εγκλωβισμένες σήμερα.
Λίγο ουτοπικά ακούγονται αυτά, εν μέσω ΟΠΕΚΕΠΕ…
Το πρόβλημα με τον ΟΠΕΚΕΠΕ είναι καθαρά της ΝΔ. Το πρόβλημα με τις επιδοτήσεις στους αγρότες είναι διαφορετικό. Ποτέ δεν έχουμε δει μια τέτοιου είδους οργάνωση με σκοπό ουσιαστικά να στερήσει κάποιους Έλληνες από επιδοτήσεις, για να τις πάρουν κάποιοι άλλοι Έλληνες. Διαφθορά στις επιδοτήσεις υπάρχει διαχρονικά, σ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης. Θυμάμαι τότε που στην Ιταλία οι αγελάδες δεν είχαν αφτιά, γιατί αν παρέδινες το αφτί της αγελάδας, έπαιρνες κάποια χρήματα…
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ το κατάφεραν διότι αισθανόντουσαν ότι μπορούσαν να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να τους ελέγχει κανείς. Κι έχει ενδιαφέρον ότι κι εδώ η ευρωπαϊκή εισαγγελία είναι αυτή που έρχεται και λέει «κάτι πάει λάθος». Ακόμα κι όσοι έκαναν καταγγελίες δεν εμπιστευόντουσαν τα μέσα που έχουν στην Ελλάδα -πήγαν έξω. Ανέλεγκτο το κεντρικό κράτος, ανέλεγκτα και τα παραπαίδια του, για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Και όταν σπάσει τελικά το απόστημα βλέπεις ότι οι γραμμές πάνε προς πολλές κατευθύνσεις. Εάν είχες μια διαφορετική νοοτροπία ελέγχου το αποτέλεσμα θα ήταν όχι μόνο να μην έχεις το σκάνδαλο αλλά να ’χεις μια καλύτερη μοιρασιά των επιδοτήσεων, με πολλούς περισσότερους αγρότες που δεν θέλουν να ’ναι λαμόγια -αλλά να ’χουν χρήματα για καινούργιες καλλιέργειες κ.ο.κ. Άρα ουσιαστικά αυτό το ανέλεγκτο σύστημα στερεί πόρους άμεσα.
Θέμα νοοτροπίας;
Φτιάξαμε λάθος δομές. Αλλά οι δομές αλλάζουν, φτιάχνονται. Προσωπικά δεν δέχομαι ότι κανένας άνθρωπος, πόσο μάλλον οι Έλληνες, είναι λιγότεροι από άλλους. Όταν κάτι δεν πάει καλά, η απάντηση δεν είναι στους ανθρώπους, είναι στον τρόπο που διοικούνται. Χρειαζόμαστε μία ριζοσπαστική διοικητική μεταρρύθμιση, καλά μελετημένη κι αυτό είναι κάτι που το δουλεύω πολύ καιρό: Πώς μπορείς ν’ απελευθερώσεις δυνάμεις που σήμερα νιώθουν εγκλωβισμένες σ’ ένα σύστημα που αν δεν ξέρεις κάποιον δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Αν καταφέρεις να το σπάσεις μ’ ένα σοβαρό μοντέλο διοίκησης, θα κάνεις πράγματα που θ’ αρχίσουν να πολλαπλασιάζουν το ένα το άλλο.
Όταν κάναμε τις αλλαγές στα ιχθυοτροφεία -ανέλαβα τα ιχθυοτροφεία της οικογένειας στην Κεφαλλονιά, κάναμε ένα πρόγραμμα εξυγίανσης της εταιρείας. Είναι καταπληκτικό πως όταν αρχίσεις να κινητοποιείς τις δυνάμεις, δεν παίρνεις αυτό που βάζεις, παίρνεις πολύ παραπάνω. Οπότε αν αποφασίσουμε να βάλουμε λίγα, το αποτέλεσμα θα είναι τεράστιο. Για να το πετύχουμε αυτό θα πρέπει να καθησυχάσουμε τον κόσμο ότι όσες κι αν είναι οι δυσκολίες, το τελευταίο στο οποίο πρέπει να εγκλωβιστούν είναι ο φόβος -εκεί χάνεται κάθε διάθεση αλλαγών. Χρειάζεται ακόμα να υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι οι αλλαγές μπορεί να γίνουν.
Έχετε υπομονή, πείσμα, ώστε να πραγματοποιήσετε τα σχέδιά σας; Να γίνεται μια μέρα πρωθυπουργός;
Θα υλοποιήσω το σχέδιο μου διότι το πιστεύω. Όσο ζω θα παλεύω γι’ αυτό. Πρέπει όμως να ’ναι ξεκάθαρο ότι η πολιτική δεν είναι μια σκάλα στην οποία απλώς ανεβαίνεις στο πάνω σκαλί και το χαίρεσαι. Κάθε σκαλί στην πορεία έχει να δώσει, οπότε ακόμα και αν η ζωή τα φέρει έτσι που δεν θα φτάσεις στο πάνω σκαλί, το να μην έχεις δώσει τα πάντα για να πετύχεις το στόχο σου, είναι κρίμα. Για μένα η ομορφιά της πολιτικής είναι, όπου σε εμπιστευτεί ο κόσμος, να δίνεις ό,τι έχεις να δώσεις, να εμπνέεις ό,τι μπορείς να εμπνεύσεις, να προσπαθείς να πείσεις όλο και περισσότερους ότι αν γίνονταν τα πράγματα έτσι θα ήταν καλύτερα για όλους μας. Ο αγώνας είναι συνεχής. Το τι θα συμβεί στο μέλλον, ποιος το ξέρει.
Η καταγωγή σας δυσκόλεψε τον κόσμο να σας δει ως «έναν από μας»;
Στην πολιτική όλα παίζουν ρόλο. Απ’ την οικογένειά μου πήρα αυτή την άμεση διάθεση της προσφοράς και την πίστη ότι η Ελλάδα μπορεί να σταθεί στα δικά της πόδια και δεν είναι καταδικασμένη να είναι πάντα γραπωμένη πάνω στο άρμα κάποιου άλλου. Γι’ αυτό αντιπαθώ στην πολιτική την τάση να επικαλούμαστε τον φόβο γιατί ουσιαστικά είναι σαν να λες ότι είσαι καταδικασμένος σε κάτι που δεν σ’ αρέσει. Όταν πιστέψουμε σε κάτι έχουμε μια απίστευτη δυνατότητα να το κάνουμε πράξη. Αυτό μου το ’δωσε η οικογένειά μου.
Όταν κατέβηκα για δήμαρχος, βουλευτής, πήρα το ίδιο ποσοστό στον Κολωνό και στο Κολωνάκι. Όσο με γνωρίζει ο κόσμος, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνεται ότι, ίσως, η πρώτη εικόνα δεν είναι κι η πραγματική. Το ουσιαστικό δεν είναι η εμφάνιση, είναι το αν η εμφάνιση εμπνέει το μήνυμα που έχεις να δώσεις, η ταύτιση εικόνας-μηνύματος. Οι εκλογικές διαδικασίες, εκτός απ’ τη νίκη ή την ήττα, έχουν και την διάθεση να σε γνωρίσει καλύτερα ο κόσμος και, αν μπορείς, να πείσεις. Αρχίσαμε να πείθουμε, νομίζω.
Ο δρόμος που επιλέγω είναι ίσως λίγο πιο μακρύς, αλλά ακολουθεί το σκεπτικό ότι θέλω να ξέρουν ποιος είμαι, τι πρεσβεύω. Δεν μ’ ενδιαφέρει να δημιουργήσω μια εικόνα που την επόμενη θα καταρρεύσει. Πιστεύω ότι αυτό που χτίζεις είναι πιο στέρεο απ’ το να πιάσεις τον ενθουσιασμό του κόσμου για μια στιγμή και μετά ν’ απογοητεύσεις.
Οι φιλοδοξίες σας αντιμετωπίζονται με καχυποψία;
Νομίζω ότι έχω πείσει όσο περισσότερους ανθρώπους μπορώ, πως όποιες φιλοδοξίες και να έχω θα τις βάζω πάντα κάτω απ’ τις φιλοδοξίες μου για το κόμμα και τον χώρο. Κι αυτό κάνει τον κόσμο να χαλαρώσει και να μ’ ακούσει ίσως με μεγαλύτερη ευκολία, απ’ ό,τι αν ένιωθαν ότι το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι η πάρτη μου. Μ’ αυτό σαν σκεπτικό νομίζω ότι κανείς δεν ξεκινάει καχύποπτα. Τώρα, αν κάποιος έχει φιλοδοξίες ίδιες με τις δικές μου, μπορεί να νιώσει ότι υπάρχει ανταγωνισμός.
Το Πα.Σο.Κ. θα ήταν καλύτερα μ’εσάς αρχηγό;
Νομίζω ότι ανάποδα θα το κοιτούσα -τι θα έκανα εάν είχα αυτό το ρόλο και ν’ αναρωτηθείς «εγώ εκείνη την ώρα τι θα έκανα». Πρόκειται για μια δική σου άσκηση, όχι άσκηση πίκρας ή στεναχώριας.
Μιλάτε για πρωτιά του Πα.Σο.Κ.. Το πιστεύετε;
Εγώ έζησα το 2008. Οπότε αν κάποιος μπορεί να το πιστεύει, αυτός είμαι εγώ -είδα το κλίμα να γυρίζει. Τώρα διανύουμε καθαρά μια περίοδο αναμονής. Αλλά όταν έχεις ζήσει το 2008, ξέρεις ότι γίνεται.
Φτάνει η διετία;
Αν κάνουμε τα πράγματα σωστά, αν συνεχίσουμε να συγκροτούμε το πολιτικό μας μήνυμα σ’ άλλες ταχύτητες και σ’ όλα τα επίπεδα απ’ τον Σεπτέμβριο, σίγουρα ναι. Κι αυτό στο τελευταίο συντονιστικό έγινε ξεκάθαρο και απ’ τον Πρόεδρο, οπότε ευελπιστώ ότι θα γίνει και πράξη άμεσα.
Πως είναι να ζείτε πάντα ανάμεσα σε γυναίκες;
Καταπληκτικό. Εκτός από ένα διάλειμμα όταν σπούδαζα, η ζωή μου είναι γυναικοκρατούμενη. Πρόσφατα κάποιος μου ’πε ότι σύμφωνα με μελέτες οι γυναικοκρατούμενοι πολιτικοί τείνουν να ’ναι πιο προοδευτικοί -πιστεύω ότι μπορεί να ’ναι αλήθεια. Διότι βιώνουν τα προβλήματα της κοινωνίας περισσότερο απ’ τη μεριά της γυναίκας που έχει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της κοινωνίας.
Είναι ευχάριστο να ξέρεις ότι ακόμα κι αν ζεις στη δική σου μικρή σφαίρα, στην πολιτική, θα ’ρθει κάποιος μέσα στο σπίτι και θα σε ξυπνήσει στην πραγματικότητα. Και σε μια γυναικοκρατούμενη οικογένεια τα καμπανάκια χτυπάνε με τρομερή αμεσότητα και ταχύτητα.
*Κεντρική φωτό: Μενέλαος Μυρίλλας