Σάββατο απόγευμα, του 39!! το πρώτο κλάμα.. Κι, υστερα, πόλεμος και πόνος.
Ο πατέρας,
παληος Γαριβαλδινος,
συμπολεμιστης του Μαβίλη,
στην Ήπειρο,
και του Μαύρου Καβαλαρη,
μέχρι την Αλμυρα Έρημο,
τωρα,
πρεπει ν, αναστησει
οκτώ παιδιά!!!!
(πιο δύσκολο απ, όλους τους πολέμους).
Η Μάνα,
όλη μέρα διπλωμένη στη σκαφη
με τις αλυσίβες,
να πλένει..τα κουρέλια μας,
και το Σαββατο,
μέσα στ, αναφυλητα μας
με πράσινο σαπούνι, τα κεφάλια μας….
έτσι μονάχα την θυμάμαι..
Γάλα δεν ήπιαμε ποτέ.
Λίγο ζεστό νερό, σκουρόχρωμο,
πουμοιαζε με τσάι…
Το πρωινό μας…
Ο πόλεμος τελείωσε κάποια στιγμή,
χωρίς, να το πολύ καταλάβω…
Μα ταυτόχρονα άρχισε ένας άλλος..
Θυμάμαι,
Να σπάνε οι πόρτες μες τη νύχτα,
κάποιοι να κυνηγάνε, τον γείτονα μας.,
τον Μιχαλη, γιατί ήτανε λέει,
με τους άλλους…
“Πρόσεχε κερατα,
μου αγρίεψε ο Γυμνασιαρχης Ρηγοπουλος,
όταν αποφοίτησα από το το Πέμπτο…
Σε περιμένουνε οι άλλοι εκεί έξω…”
Δεν με περίμενε κανείς..
Μα λίγο ο Βάρναλης κι, ο Ρίτσος,
λίγο ο Λουντέμης,
πήγα εγώ και τους βρήκα…
Ωραίοι άνθρωποι..
Πονεμενοι.
Μ, αυτούς πορευτηκα
τα πιο όμορφα χρόνια μου…
Ο Γιώργος ο Γιωτοπουλος
Ο Καπουρανης
Ο Σαββιδης
Ο Κοιλακος…
Ο Σωτηρακης ο Μακριδης…
Τα βραδυα,
στο υπόγειο του Χαιδου,
οι μεζέδες και το κρασί
κερασμένα πάντα
από τα διπλανά τραπεζια,
από τους πικραμένους
που έβλεπαν σε μας,
την δική τους νικηφόρα συνέχεια,
καθώς μας άκουγαν να τραγουδαμε,
τον Επιταφιο του Μίκη….
Στο πανεπιστήμιο χαμός…
Εκοφιτες, παρά κρατικοι,
το σπουδαστικό της ασφάλειας…
Διαδηλώσεις
ο Σωτήρης Πετρουλας
ένα όμορφο παιδί,
Ο Λαμπράκης….
Ένας όμορφος άντρας,
{ πάντα όμορφους διάλεγαν},
άγρια δολοφονημενος,
άλλαξε,
τους παληους
μουχλιασμένους σχεδιασμούς..
Μεσ, απ, τον πόνο,
κάτι καινούργιο γεννιοταν..
Δεν ταφησαν.
Με τη σειρά μας,
γεμίσαμε κρατητήρια και ξερονησια..
Γυαρος…
Να πασχιζουμε αμαθοι χαρτογυακαδες,
μάταια να στήσουμε το αντίσκηνο…
Γελωντας,
το κατάφεραν στο αψε σβησε
Ο Καραβιτης κι ο Τάκης ο Καραμπελας….
Λίγο πιο κάτω,
ένας όμορφος Μανιάτης,
προσπαθούσε
ανάμεσα στα κοφτερά χαλίκια
και τα βράχια του Δ όρμου,
να κουμαντάρει το ξύλινο ποδαρι του.
Ο Αντώνης.
Ο Αντώνης ο Μαντουβαλος..
Χάσαμε πάλι, ρε μικρέ, με πείραζε..
Και σιγά σιγά,
ο καθένας με τις αντοχές του,
μαζευτήκαμε πληγωμένοι,
ξανα στα πικραμενα σπιτικά μας,
στα ρημαγμενα γραφεία μας,
στις διαλυμένες δουλειές μας.
Κι, ύστερα,
Πολυτεχνείο, απελευθέρωση.
Μικρές ανάσες, μέχρι τη μεγάλη.
81 !!!!!
ΑΛΛΑΓΉ….
Μα ήταν οι προσπάθειες μας,
σαν των Τρώων….
Τώρα,
ξανά, φόβος,
ανέχεια, δυστυχία.
Τώρα ξανά,
ανασφάλεια, και πόνος..
Εμείς,
δεν κόψαμε το νήμα..
Συνεχίστε εσείς,
σας περιμένει….
Υ. Γ
Και,
Σας βεβαιώνω αξίζει τον κόπο…
Καλή Χρονιά!!!