ΚΚΕ: Διακήρυξη για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821

«Όταν η διοίκησις βιάζη, αθετή, καταφρονή τα δίκαια του λαού και δεν εισακούη τα παράπονα του, το να κάμη τότε ο λαός, ή κάθε μέρος του λαού, επανάστασιν, ν’ αρπάξη τα άρματα και να τιμωρήση του τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν απ’ όλα τα δίκαια του και το πλέον απαραίτητον απ’ όλα τα χρέη του.» Ρήγας (Φεραίος) Βελεστινλής, «Νέα Πολιτική Διοίκησις

Η Επανάσταση του 1821 ήταν αστική εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση, γνήσιο «τέκνο» της εποχής της. Προέκυψε ως συνέπεια των κοινωνικοοικονομικών αντιθέσεων που οξύνθηκαν την περίοδο μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Αποτέλεσε μία από τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνταν εκείνη την περίοδο, έναν από τους πολλούς
κρίκους των αστικών επαναστάσεων, που πραγματοποιήθηκαν στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα: στη Βόρεια Αμερική (1775), στη Γαλλία (1789), στην Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία (1820), στη Λατινική Αμερική (1811-1830), στο Βέλγιο (1830), κλπ.
Η Επανάσταση του 1821 διδάχτηκε από τις αστικές επαναστατικές συνωμοτικές οργανώσεις άλλων χωρών και εμπνεύστηκε από τα Συντάγματα και τις Διακηρύξεις των καπιταλιστικών κρατών. Παράλληλα, ξεσπώντας σε μια περίοδο υποχώρησης των αστικών επαναστάσεων που ακολούθησε την ήττα του Ναπολέοντα ενέπνευσε και ενθάρρυνε τα πιο ριζοσπαστικά ρεύματα των αστών επαναστατών. Γι’ αυτό πολλοί ξένοι αστοί επαναστάτες προσχώρησαν ως εθελοντές στα επαναστατικά στρατεύματα και κάποιοι άφησαν και τη ζωή τους στα πεδία των μαχών, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι το πραγματικό διακύβευμα της Επανάστασης βρισκόταν πολύ πέρα από τον «ορίζοντα» της Εθνικής Ανεξαρτησίας.
Η Επανάσταση του 1821 υπήρξε αποτέλεσμα της ανάπτυξης των νέων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στα εδάφη της φεουδαρχικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, οι ελληνόφωνοι Χριστιανοί έμποροι και πλοιοκτήτες συγκέντρωναν δύναμη και πλούτο, πρωτοστατώντας στο εμπόριο της Αυτοκρατορίας, σε μια εποχή που οι νέες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής επικρατούσαν σε σημαντικά οικονομικά κέντρα της εποχής και διάβρωναν την εξουσία των φεουδαρχικών αυτοκρατοριών. Την ίδια περίοδο, ο τερματισμός της εδαφικής επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οδήγησε σε παρακμή το τιμαριωτικό σύστημα και επέτρεψε σε ισχυρές οικογένειες Χριστιανών (κοτζαμπάσηδες) και Μουσουλμάνων (αγιάνηδες) να  ελέγξουν την καλλιέργεια της γης και τη συλλογή των φόρων.
Οι παραπάνω, κατευθύνοντας την αγροτική παραγωγή στο αυξανόμενο εξωτερικό εμπόριο και τοποθετώντας τα χρηματικά τους αποθέματα σε άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες δεν άργησαν να συνδέσουν τα συμφέροντά τους με την καπιταλιστική αγορά.
Στην αυγή του 19ου αιώνα, οι νέες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής διείσδυαν από όλους του πόρους της γερασμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κλονίζοντας τις κυρίαρχες φεουδαρχικές σχέσεις και διαταράσσοντας τις δοσμένες κοινωνικοοικονομικές ισορροπίες. Στον πυρήνα των μεταβολών βρισκόταν ο κοινωνικός φορέας των νέων σχέσεων
παραγωγής, η αστική τάξη. Όσο αυξανόταν η οικονομική ισχύς της ανερχόμενης ελληνικής αστικής τάξης, τόσο αυτή ερχόταν σε αντίθεση με τους περιορισμούς του οθωμανικού φεουδαρχικού κράτους και το καθεστώς της υποτέλειάς της σε αυτό.
Η βαθειά κρίση, που εκδηλώθηκε προεπαναστατικά στο εμπόριο και τη ναυτιλία (για να απλωθεί σε όλους λίγο-πολύ τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας), όξυνε περαιτέρω τις αντιθέσεις, αναδεικνύοντας με ακόμα πιο επιτακτικό τρόπο τα αδιέξοδα της υπάρχουσας κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης και φωτίζοντας την αναγκαιότητα της επαναστατικής ρήξης της αστικής τάξης με τη φεουδαρχική εξουσία.
Η ιστορική πρωτοβουλία για την Επανάσταση άνηκε στην ανερχόμενη τότε αστική τάξη. Αυτή ήταν που μετουσίωσε την αντίθεση στην οθωμανική υποτέλεια σε εθνική συνείδηση και τελικά σε επαναστατικό πολιτικό πρόγραμμα. Ο στόχος της επαναστατημένης αστικής τάξης, δηλαδή η συγκρότηση ενός σύγχρονου αστικού έθνους-κράτους, σήμαινε ταυτόχρονα
και ρήξη με τους όρους της οθωμανικής κυριαρχίας. Το γεγονός αυτό προσέδωσε στην Επανάσταση και απελευθερωτικό χαρακτήρα και επέτρεψε στην αστική τάξη να προσελκύσει ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις, που βίωναν την ταξική εκμετάλλευση και τη φυλετική και θρησκευτική καταπίεση, στα επαναστατικά της σχέδια.
Η επαναστατική οργάνωση της αστικής τάξης, η Φιλική Εταιρία, διαδραμάτισε κεντρικό και αναντικατάστατο ρόλο σε αυτή τη διαδικασία.
Η Φιλική Εταιρία ήταν η πρωτοπορία της ηγέτιδας τάξης. Ήταν αυτή που προσανατολίστηκε από τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της αστικής τάξης και ξεπέρασε τις συγκρούσεις συμφερόντων, τις αναστολές και τις επιφυλάξεις των διαφορετικών μερίδων της. Ήταν αυτή που διαμόρφωσε ένα επαναστατικό σχέδιο ανεξάρτητο από τη στάση των «Μεγάλων Δυνάμεων» της εποχής και στηριγμένο σε εκείνες τις κοινωνικές-ταξικές δυνάμεις που
είχαν συμφέρον να επαναστατήσουν. Ήταν αυτή που οργάνωσε τους επαναστάτες, που προετοίμασε (ηθικά και υλικά) την Επανάσταση και την έκρηξή της.
Δεν υπήρξε ενιαία στάση των κοινωνικών δυνάμεων της εποχής έναντι της Επανάστασης. Μία μερίδα των ελληνόφωνων Χριστιανών που μετείχε στην οθωμανική διοίκηση ή απολάμβανε προνόμια στο πλαίσιο της οθωμανικής εξουσίας (Εκκλησία, κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, αρματολοί) διέθετε ισχυρά συμφέροντα, πολύμορφα συνυφασμένα με το οθωμανικό φεουδαρχικό κράτος, ενώ μετείχε και στην εκμετάλλευση των ομογενών/ομοθρήσκων της φτωχών αγροτικών μαζών, σε αγαστή συνεργασία με τις οθωμανικές αρχές.