Δ. Καπράνος: Τί έχουμε πάθει και πώς μεταλλαχθήκαμε έτσι;

Κάθε φορά που πλησίαζε η 25η Μαρτίου, άρχιζε η προετοιμασία για την μεγάλη γιορτή. Κατ΄ αρχάς έπρεπε να “στολίσουμε” το σχολείο. Και ο στολισμός ήταν κλαδιά από φοίνικες, τα οποία τοποθετούσαμε δεξιά και αριστερά σε όλες τις πόρτες του σχολείου μας.
Η ανεύρεση των φοινίκων ήταν ολόκληρο “σαφάρι”. Έπρεπε να φθάσουμε τα απέραντα “Περιβόλια”, στην περιοχή Αγίου Ιωάννου Ρέντη και να εντοπίσουμε τις φοινικιές. Αν ήταν χαμηλά τα δένδρα, δεν υπήρχε κίνδυνος. Μερικές φορές,όμως, σκαρφαλώναμε στους κορμούς!
Κι όλα αυτά, για να στολίσουμε τις πόρτες του σχολείου! Για ποιό λόγο; Μα, πολύ απλά, για να έχει ο εορτασμός της επετείου της Επαναστάσεως του 1821 το “χρώμα” που του αρμόζει.
Και η παράδοση απαιτούσε κλαδιά από φοίνικες. Κι εμείς έπρεπε να τα βρούμε!
Έπειτα, ερχόταν η ώρα του “εθελοντισμού”, Ποιά παιδιά, δηλαδή, θα έμεναν στο σχολείο και μετά το “σχόλασμα”, για να βοηθήσουν στον στολισμό. Φυσικά, μέναμε όλοι! Κορίτσια και αγόρια.
Και έβγαιναν από τα ντουλάπια τα πορτραίτα των ηρώων και αρχίζαμε να τα καθαρίζουμε, με σχεδόν στεγνό το σφουγγαράκι. Έτρεμε το χέρι καθώς πηγαινοερχόταν επάνω στις μορφές που ήταν για εμάς μυθικές!
Και πολλές φορές μου φαινόταν ότι εκείνοι οι σχεδόν βλοσυροί άνδρες (μόνο τον Αθανάσιο Διάκο θυμάμαι χαμογελαστό), χαλάρωναν και γαλήνευαν στα χέρια μας…
Την παραμονή της γιορτής (πάντα υπήρχε γιορτή, με θεατρικά και απαγγελίες και με παρουσία των γονέων) βοηθούσαμε στην κατασκευή της “σκηνής”. Θρανία, επάνω στα οποία τοποθετούσαμε το βάθρο.
Με λευκά πανιά σκεπαζόταν όλο το σύστημα της σκηνής και για “σκάλα” ένα θρανίο στο πλάι. Φυσικά δεν υπήρχε αυλαία, αλλά ποιός έδινε σημασία…
Θυμάμαι, στην συνοικία μας, ότι δεν υπήρχε σπίτι χωρίς ελληνική σημαία. Πνιγμένη στα κυανόλευκα η περιοχή και οι εκδηλώσεις άρχιζαν με την σχολική παρέλαση. Απλά πράγματα. Στην κεντρική πλατεία, ο Μητροπολίτης, ο δήμαρχος, οι δημοτικοί συμβουλοι, οι “επίσημοι”, πρόεδροι σωματείων (κυρίως προφσυγικών) και λοιποί.
Και η “Φιλαρμονική του Ασύλου” (του Ιδρύματος Προστασίας Ανηλίκων) μια μπάντα καλοκουρδισμένη και εντυπωσιακή, που παιάνιζε τα γνωστά στρατιωτικά εμβατηρια.
Κι εμείς, παιδιά του Δημοτικού, λες και είχαμε καταπιεί μπαστούνι, φουσκώναμε σαν διάνοι, πιστεύοντας ακράδαντα ότι ήμασταν -αγόρια και κορίτσια- απόγονοι των ηρώων, έτοιμοι να πάρουμε κι εμείς το τουφέκι-αν ποτέ χρειαστεί- για να κρατησουμε την πατρίδα ελεύθερη.
Στα χρόνια που ακολούθησαν άλλαξαν πολλά. Και τα περισσότερα άλλαξαν από την ώρα που η πατρίδα ξαναβρήκε την δημοκρατία που είχε στερηθεί.
Και τα ακόμη χειρότερα συνέβησαν και συμβαίνουν τα τελευταία 47 χρόνια, που η χώρα μας απολαμβάνει την σταθερότερη δημοκρατική περίοδο της νεότερης ιστορίας της!
Τί συνέβη; Πώς μεταλλαχθήκαμε; Τί είναι αυτές οι τρέλες, με τα πανό υπέρ μιας συμμορίας δολοφόνων και με μέλη του Κοινοβουλίου να λένε ότι οι στυγεροί εγκληματίες “δεν τρομοκράτησαν κανέναν”; Πού το πάνε και πού πάμε, γενικώς;
Χθες, στη μιάμιση το μεσημέρι, στο Πασαλιμάνι, έξω απο του “Σκλαβενίτη” δυο δεκαεξάρηδες, χωρίς να φορούν μάσκες, φώναζαν δυνατά “Η Δικαιοσύνη θέλει μολότωφ” και “γ…τη Δικαιοσύνη!”.
Πλησίασα και τους είπα: “Φορέστε τις μάσκες και βγάλτε τον σκασμό μην σας σπάσω τα μούτρα!”. Τις φόρεσαν κι έφυγαν αμέσως! Τόσο “μάγκες”!
Μπορεί να είναι εικόνα άλογο