Η βιωσιμότητα ή μη του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου (ΕΑΠ) , ερώτημα που βέβαια προϋπήρχε χωρίς όμως να κερδίζει τη δημοσιότητα που αναλογεί στη σοβαρότητα του προβλήματος, είναι πλέον καυτή πατάτα στα χέρια του Υπουργείου Παιδείας και της Κυβέρνησης.
Επειδή έχω σοβαρές επιφυλάξεις για το αν η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου μπορεί ή επιθυμεί να κατανοήσει και να μελετήσει όλες τις πτυχές του προβλήματος, ήθελα , στο σύντομο αυτό σημείωμα, να επισημάνω ότι το θέμα δεν εξαντλείται ούτε και επιλύεται με εμβαλωματικού τύπου αποφάσεις για συγκυριακές επιχορηγήσεις προς το ΕΑΠ. Τέτοια μέτρα δίνουν μεν ανάσες ζωής αλλά την ίδια στιγμή επικαλύπτουν τις βασικές αιτίες του προβλήματος μεταθέτοντας διαρκώς στο μέλλον την υποχρέωση της Πολιτείας για ουσιώδεις τακτικού και στρατηγικού χαρακτήρα αποφάσεις.
Εν συντομία λοιπόν θα έλεγα ότι το πρόβλημα ΕΑΠ έχει δύο κεντρικές συνιστώσες. Καταρχήν είναι οργανωτικού και λειτουργικού χαρακτήρα. Η δόμηση του ΕΑΠ ήταν εξ αρχής, κατά το μάλλον ή ήττον, δόμηση αυθαιρέτου μη ενταγμένη στο πλαίσιο ενός επιχειρησιακού σχεδίου και μιας αναπτυξιακής στρατηγικής. Αυτή τη στιγμή, γιατί το ζήτημα του reengineering του ΕΑΠ είναι μια μεγάλη αυτοτελής συζήτηση, αυτό που καταθέτω είναι ότι το ΕΑΠ είναι εκπαιδευτικός θεσμός και Οργανισμός που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε με όρους Διοίκησης και Management Εκπαιδευτικών Φορέων, κάτι όμως που, όπως προανέφερα, δεν αποτυπώνεται στη σημερινή εικόνα και λειτουργία του Ιδρύματος. Το χειρότερο δε είναι ότι μάλλον δεν προβληματίζει αυτούς που οφείλουν να προβληματιστούν…
Η δεύτερη συνιστώσα είναι καθαρά στρατηγικού χαρακτήρα. Έχει το ΕΑΠ ένα σαφές και σύγχρονο στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης ; Έχει επαναπροσδιορίσει τη θέση του στο ακαδημαϊκό περιβάλλον της χώρας και κυρίως της Ευρώπης ; Έχει εντοπίσει το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα έναντι άλλων παραπλήσιας ή ταυτόσημης αποστολής εκπαιδευτικών φορέων στον Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χάρτη ; Είναι το ΕΑΠ σε θέση να διεκδικήσει το μερίδιο που του να αναλογεί στην «εκπαιδευτική αγορά» καθώς επίσης και να εφαρμόσει μια αναπτυξιακή και επεκτατική πολιτική με διεθνή στόχευση ;
Ποιοι άραγε παρακολουθούν και αντιλαμβάνονται την κοσμογονία που γίνεται σήμερα στο χώρο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης ; Έχουν αντιληφθεί ότι οι επενδυτικές και λειτουργικές δαπάνες πολλών μεγάλων και πασίγνωστων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε όλο τον κόσμο – και κυρίως στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ – έχουν επικεντρωθεί σε μεγάλο ποσοστό στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση ; Αντιλαμβάνονται ότι στο χώρο της εκπαίδευσης από απόσταση εισέρχονται καθημερινά νέοι παίκτες με αποκλειστικό προσανατολισμό τον περιορισμό του βεληνεκούς των παραδοσιακών Ιδρυμάτων εκπαίδευσης εντός των τειχών ; Βλέπουν τέλος τι γίνεται σήμερα στη λεκάνη της Μεσογείου ; Βλέπουν και δεν ανησυχούν για τους φρενήρεις ρυθμούς με τους οποίους αναπτύσσονται και κυριαρχούν τα τμήματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης Πανεπιστημίων από την Ιταλία, την Κύπρο, την Ισπανία , τη Βουλγαρία κλπ ;
Μένοντας στη μέχρι σήμερα διαχειριστική και διοικητική πεπατημένη της περιστασιακής και ασθμαίνουσας κρατικής ενίσχυσης αλλά και της διαρκούς αύξησης των διδάκτρων στο ΕΑΠ, όχι απλά δεν αντιμετωπίζουμε το θέμα της επιβίωσης του θεσμού αλλά απεναντίας επιταχύνουμε τον μαρασμό και τον περιορισμό του ρόλου του. Ενός ρόλου , που καμία τιμή δεν περιποιεί για το εκπαιδευτικό μας σύστημα αφού περιορίζεται μάλλον στην παροχή πτυχίων δεύτερης ευκαιρίας σε όσους δεν έχουν πρόσβαση στα παραδοσιακά εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας ή θέλουν να βελτιώσουν τη θέση τους στη δημοσιοϋπαλληλική ιεραρχία… (εσχάτως βέβαια αποτελούν τους καλύτερους «πελάτες» του διεθνούς ανταγωνισμού…)
Με αυτά λοιπόν τα διεθνή δεδομένα, τις νέες διεθνείς τάσεις στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση οφείλουμε να αναδιατάξουμε το ΕΑΠ τόσο από οργανωτική και λειτουργική άποψη όσο και κυρίως από άποψη στρατηγικής και τοποθέτησής του στο διεθνή «εκπαιδευτικό ανταγωνισμό». Ναι ανταγωνισμό γιατί έτσι είναι, θέλουν δεν θέλουν μερικοί ιδεοληπτικοί ή και «τακτοποιημένοι» να το αποδεχτούν.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που ισχυρίζονται , και είμαι ένας από αυτούς που επιμένει εδώ και δεκαετίες πλέον, ότι ένα προγραμματικά ανανεωμένο, οργανωτικά σύγχρονο, λειτουργικό και ανταγωνιστικό ΕΑΠ, σε συνεργασία με τα αντίστοιχα τμήματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης των Ελληνικών ΑΕΙ και ΑΤΕΙ (ειρήσθω εν παρόδω σε αυτή την περίπτωση πρέπει να γίνουν ανάλογες παρεμβάσεις) είναι εφικτό, σε σύντομο σχετικά διάστημα, να αποτελέσουν ένα σημαντικό ανταγωνιστικό εκπαιδευτικό δίκτυο διεθνούς βεληνεκούς.
Το δίκτυο αυτό θα επιτύχει τόσο την αυτοχρηματοδότηση του ΕΑΠ όσο και τη μερική χρηματοδότηση των παραδοσιακών ΑΕΙ και ΑΤΕΙ της χώρας.
Είναι καιρός λοιπόν να αποκολληθούμε από την ιδεοληπτική, οπορτουνιστική και αντιαναπτυξιακή αντίληψη για την εκπαίδευση και τη θέση των ακαδημαϊκών Ιδρυμάτων της χώρας στη διεθνή εκπαιδευτική σκηνή. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα μείνουμε στην αφάνεια και στο τέλμα που βιώνουμε όλοι σήμερα με τόσο τραγικό τρόπο…
Γιώργος Μεντζελίδης